- μαρκίωνας
- ο (Μ μαρκίων, -ίωνος)ο μαρκήσιος.[ΕΤΥΜΟΛ. < μσν. λατ. markio].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Παλαιολόγος — I Επώνυμο μεγάλης βυζαντινής οικογένειας από την οποία προέρχεται και η δυναστεία των Παλαιολόγων. Πολλά μέλη της έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην ιστορική πορεία της αυτοκρατορίας. Από αυτά γνωστότερα είναι: 1. Νικηφόρος. Στρατηγός και υπέρτιμος.… … Dictionary of Greek